Αυγουστιάτικα Όνειρα
Ο Αγγέλης ο Λέλεκας, όπως τον φώναζαν στο νησί οι συγχωριανοί του εξαιτίας των ψηλών κι αδύνατων ποδιών του, ένας μεσόκοπος άντρας με αδρά χαρακτηριστικά, αφού έδεσε τις «απείθαρχες» κληματσίδες του αμπελιού του στους ξύλινους πασσάλους που είχε μπήξει στο νοτισμένο χώμα, έκατσε αναστενάζοντας κάτω από μια διπλανή συκιά κι άπλωσε τις αρίδες του με ανακούφιση για να ξαποστάσει. Έβγαλε απ’ το δισάκι του ένα ρομπόλι με κρύο νερό και αφού δροσίστηκε, κατέβασε τη σκούφια του χαμηλά κι ακούμπησε στον κορμό του δέντρου να πάρει έναν γρήγορο μεσημεριανό υπνάκο.