ΕΝΑ ΑΙΣΙΟ ΤΕΛΟΣ
«Ξύπνα Ανέστη, ξύπνα παιδί μου και σε λίγο εξημέρωσε…», σιγοψιθύρισε με τρεμάμενη φωνή ο καπετάν Γεράσιμος ταρακουνώντας ταυτόχρονα το παιδί πιάνοντάς το απ’ τον ώμο. «Έχουμε δουλειά πρωινή που δεν παίρνει αναβολή. Σήκω μη μας ακουρμαστούνε η μάνα σου και η αδερφή σου, γιατί δε θα μας αφήκ’νε να φύουμε εδώθε με το ζωντανό», συμπλήρωσε, παρατηρώντας με ανυπομονησία τις νωχελικές κινήσεις του παιδιού, που δε μπορούσε να καταλάβει μέσα στον ύπνο του τι ήθελε να πει ο πατέρας του.


